Πονιατόφσκι

Πονιατόφσκι
Επώνυμο 2 επιφανών Πολωνών. 1. Ιωσήφ-Αντώνιος (1763 – 1813). Στρατιωτικός. Υπηρέτησε στον αυστριακό στρατό ως υπασπιστής του Ιωσήφ B΄ και το 1789, με απόφαση της Δίαιτας ανακλήθηκε στη χώρα του και διορίστηκε αρχιστράτηγος του πολωνικού στρατού. Την ίδια περίοδο, επικεφαλής της στρατιάς του Νότου, απέκρουσε τους Ρώσους αλλά, με απόφαση του βασιλιά, αναγκάστηκε να τερματίσει τις πολεμικές επιχειρήσεις. Αργότερα πολέμησε εναντίον των Πρώσων που πολιορκούσαν τη Βαρσοβία και το 1812 ακολούθησε το Ναπολέοντα στην εκστρατεία του εναντίον της Ρωσίας. Εξαιτίας των πολύτιμων υπηρεσιών που πρόσφερε στους Γάλλους, ονομάστηκε από το Βοναπάρτη στρατάρχης της Γαλλίας. Στη διάρκεια της υποχώρησης του γαλλικού στρατού από τη Ρωσία, ο Π. πνίγηκε στον ποταμό Έλστερ. 2. Στανίσλαος (1676 – 1762). Καστελάνος της Κρακοβίας. Υπηρέτησε στο στρατό του Κάρολου IB΄ και πήρε μέρος σε όλες τις πολεμικές εκστρατείες του. Όταν το 1711 ο Μέγας Πέτρος και ο σουλτάνος υπέγραψαν συνθήκη ειρήνης, ο Π. γύρισε στην Πολωνία, όπου υπηρέτησε διαδοχικά και τον Αύγουστο B΄, το Στανίσλαο Λεξίνσκι και τον Αύγουστο Γ΄. Από το γάμο του με την πριγκίπισσα Τσαρτόρισκα απέκτησε δέκα παιδιά, μεταξύ των οποίων τον κατοπινό βασιλιά Στανίσλαο – Αύγουστο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Αικατερίνη — I Όνομα αγίων της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. 1. Α. της Μπολόνια (1413 – 1463). Γεννήθηκε στην Μπολόνια, ανατράφηκε όμως στη Φεράρα. Σε ηλικία 17 ετών μπήκε στο μοναχικό τάγμα της Αγίας Κλάρας. Το 1457 έγινε ηγουμένη της μονής του τάγματος αυτού… …   Dictionary of Greek

  • Λειψία — (Leipzig). Πόλη (490.000 κάτ. το 1999) της Γερμανίας, στο κρατίδιο της Σαξονίας. Βρίσκεται κοντά στη συμβολή των ποταμών Βάισε Έλστερ, Πλάισε και Πάρτε, 140 χλμ. ΝΔ του Βερολίνου. Είναι γνωστή για τις διεθνείς εμπορικές εκθέσεις που… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Στανίσλαος — Όνομα δύο Πολωνών βασιλιάδων. 1. Σ. ο A’ Λεντζίσκι (1677 1766). Ανέβηκε στο θρόνο, ύστερα από αξίωση του Κάρολου IB’ της Σουηδίας. Μετά την ήττα όμως του τελευταίου στην Πολτάβα εξαναγκάστηκε σε παραίτηση και κατάφυγε στη Σουηδία. Αργότερα, και… …   Dictionary of Greek

  • Φερδινάνδος — I Όνομα 3 αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ανήκουν στον οίκο των Αψβούργων. 1. Φ. A’ (Αλκαλά ντ’ Ενάρες 1503 – Βιέννη 1564). Γιος του Φιλίππου του Ωραίου και της Ιωάννας της Τρελής, έγινε αυτοκράτορας μετά την παραίτηση του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”